Ήταν 27 Ιουλίου του 2008. Αυτή η ημερομηνία έμεινε χαραγμένη μέσα μου για πάντα.
Θα έφευγα για τις καλοκαιρινές διακοπές και η αλήθεια είναι πώς είχα πολύ άγχος. Υποσυνείδητα ένιωθα πως κάτι κακό θα συνέβαινε, πως κάτι θα πήγαινε στραβά.
Όταν επιτέλους ήρθε η ώρα να φύγω για την Κυλλήνη, ένας κόμπος έσφιξε τον λαιμό μου.Σαν κάτι να με κρατούσε αλλά ο πατέρας μου τα είχε ήδη κανονισμένα όλα και δεν θα μπορούσαμε να μην πάμε. Κάπως έτσι ένα ταξίδι ξεκίνησε. Όταν φτάσαμε εκεί, τα 2 μου μάτια αντίκρισαν ένα μεγάλο κτήριο με μυροφόρα μυρωδιά. Μια μυρωδιά διαφορετική! Μπήκαμε μέσα στο ξενοδοχείο και κατευθυνθήκαμε στην υποδοχή. Kοιτούσα επίμονα τριγύρω. Όλοι ήταν τόσο διαφορετικοί από τους συνηθισμένους ανθρώπους της Αθήνας. Είχαν ξανθά μαλλιά, μερικοί γαλάζια και άλλοι πράσινα μάτια και έναν αέρα άλλης κουλτούρας, ξένης, άγνωστης στα δικά μου μάτια.
Στη συνέχεια ο πατέρας μου κανόνιζε για τα δωμάτια, όταν ξαφνικά στο κτήριο ήρθε μια οικογένεια με 2 πανέμορφα παιδιά. Είχαμε φτάσει την ίδια στιγμή. Στάθηκα για λίγο να τους κοιτάζω όχι από ενδιαφέρον αλλά από περιέργεια. Κατάλαβα πως ήταν ξένοι και προσπαθούσα να καταλάβω τι γλώσσα μιλούσαν. Ο πατέρας μου είπε πως ήταν Γερμανικά. Το ένα από τα 2 αγόρια είχε καστανόξανθα μακριά μαλλιά και γαλάζια μάτια αλλά όσο ωραίος και αν ακούγεται ήταν για μένα απλά ένας ξένος.
Περιττό να σας πω οτι η πρώτη μου μέρα ήταν φρικτή! Ήθελα απελπισμένα να φύγω από εκεί διότι όλο το συγκρότημα του ξενοδοχείου ανακάλυψα πως άνηκε σε Γερμανούς, τα πάντα ήταν σε άλλη γλώσσα και οι άνθρωποι τόσο μα τόσο διαφορετικοί που δεν είχα προλάβει να το συνηθίσω.
Κι όμως για έναν παράξενο λόγο που δεν κατάλαβα ποτέ, την επόμενη μέρα ξύπνησα σαν να ήμουν μια άλλη. Ήθελα να μείνω. Και έτσι έγινε. Την τρίτη μέρα που ήμουν εκεί εμφανίστηκε ένα αγόρι το οποίο δεν σας κρύβω πως μου κίνησε το ενδιαφέρον. Άρχισε να με κοιτάει και εκείνος. Έτσι ξεκίνησε ένα παιχνίδι με τα μάτια που όμως είχε περίεργο τέλος. Το ξανθό αγόρι που ανέφερα από την οικογένεια στην αρχή ενώ κάτι τον έφερνε συνέχεια μπροστά μου, κάθε μέρα και κάθε ώρα, εγώ απλά τον αγνοούσα διότι νόμιζα πως δεν με ενδιέφερε. Ήταν λοιπόν πολύ οδυνηρό να μ`αρέσει στην αρχή κάποιος άλλος και τελικά να καταλαβαίνω πως κάτι μου συμβαίνει με τον ξανθό με τα γαλάζια μάτια.
Πέρασε από μπροστά μου μια ακόμα φορά το τελευταίο βράδυ πριν φύγω και... αυτό ήταν! Ξέχασα για πάντα το παιχνίδι με τα μάτια που γινόταν με τον άλλον διότι απλά είχα ερωτευτεί τον Γερμανό (που πάντα θα αποκαλώ το ``Γερμανάκι μου``). Όπως καταλαβαίνετε, οι ώρες ήταν ελάχιστες και εγώ πολύ δειλή για να κάνω κίνηση. Και αν έκανα τότε... σε ποια γλώσσα; Όλα είχαν γίνει ένα σύννεφο μπροστά μου που με έκανε να μην βλέπω. Ήταν η πρώτη φορά που αγάπησα κάποιον.
Ναι δεν έμαθα ποτέ πως τον λένε και που μένει αλλά την μορφή του τη θυμάμαι ακόμα και όσο και αν τον έψαξα δεν τον βρήκα ποτέ πουθενά .Ίσως και ο ίδιος να μην ξέρει καν την υπαρξή μου ακόμα και αν τότε με είχε αντικρίσει αρκετές φορές. Συνεπώς όταν έφυγα δεν έμαθα ποτέ αν ένιωθε το ίδιο... Δεν κατάφερα να του μιλήσω και τα δάκρυα μου κυλούσαν για περίπου 2 χρόνια από τότε ασταμάτητα κάθε μέρα.
Δεν ξέρω αν ποτέ κάποιος θα καταλάβει το νόημα αυτής της ιστορίας όμως θα ήθελα να δω ένα τέλος λίγο πιο χαρούμενο από αυτό. Ήταν πλατωνικός έρωτας όμως δεν σημαίνει πως δεν υπήρξε.