Ήταν βράδυ Τσικνοπέμπτης του 2008. Είχα μία σχέση αρκετό καιρό, που πήγαινε καλά. Αποφασίσαμε να βγούμε με ένα φιλικό ζευγάρι και εκείνοι έκλεισαν σε ένα μαγαζί για φαγητό. Δυστυχώς δεν θυμάμαι το όνομα του μαγαζιού, αλλά θυμάμαι ότι ήταν στη Λ. Αλεξάνδρας στην Αθήνα.
Φτάνοντας και βλέποντας το μαγαζί συνειδητοποίησα ότι οι περισσότεροι πελάτες ήταν αρκετά μεγάλης ηλικίας και ο χώρος αρκετά παλιακός με μεγάλες παλιές τζαμαρίες. Είπα η παρέα έχει σημασία και καθίσαμε να παραγγείλουμε. Διαγώνια από το τραπέζι μας καθόταν μία παρέα νεαρών ανδρών. Δεν έδωσα σημασία... Κάποια στιγμή πηγαίνω στην τουαλέτα και βγαίνοντας για να πλύνω τα χέρια μου βλέπω έναν νεαρό πίσω μου να κόβει χαρτί για να μου δώσει και να μου λέει το όνομα του, Κώστας. Του λέω το δικό μου και ότι χάρηκα και πάω να φύγω. Κρατάει το κινητό του και λέγοντας μου ότι τα μάτια αυτά θέλει να τα ξαναδεί επιμένει να του δώσω τον αριθμό μου για να πιούμε έστω έναν καφέ. Εγώ, λέγοντας του ότι όπως βλέπει συνοδεύομαι και μάλιστα από συνονόματο, του λέω ευχαριστώ αλλά δεν μπορώ να του το δώσω. Εκείνος επέμενε και μου έλεγε ένα καφέ μόνο και πως αυτό δεν είναι κακό. Τίποτα παραπάνω. Του είπα δεν γίνεται και επέστρεψα στη θέση μου. Αντελήφθην, όμως, ότι τον είχα ακριβώς απέναντι μου και δεν σταματούσε να με κοιτάζει. Εγώ δεν κοιτούσα για να μην δημιουργηθεί πρόβλημα με τον καλό μου.
Όταν θέλησα να ξαναπάω τουαλέτα και προκειμένου να μην γίνει καμία στραβή και ο καλός μου καταλάβει κάτι και πει ότι το έκανα επίτηδες του είπα μέσα σε άκρες τι είχε γίνει και του ζήτησα να έρθει μαζί μου. Δυστυχώς θύμωσε πολύ και άρχισε να τον κοιτάζει έντονα. Μου είπε να πάω μόνη μου και αν δει κίνηση θα έρθει. Σηκώθηκα, πήγα και βγαίνοντας είχε στείλει την άλλη κοπέλα να με πάρει. Όταν, όμως, ξανακάθισα ο Κώστας με την παρέα του τραγουδούσαν και εκείνος σήκωνε συνεχώς το ποτήρι του προς το μέρος μου. Φύγαμε άρον-άρον και περνώντας από την μεγάλη τζαμαρία τον βλέπαμε που είχε γυρίσει και κοίταζε επίμονα.
Έχουν περάσει 4 χρόνια, αλλά τα γκρίζα μάτια του και το χαμόγελο του δεν τα ξέχασα ποτέ. Και πολλές φορές βλέπω το πρόσωπο του στα όνειρα μου, όσο μπορώ να το θυμηθώ. Μετανιώνω καθημερινά που δεν έδωσα έστω ένα τηλέφωνο... Πολλές φορές εύχομαι να συναντηθούμε κάπου και να με θυμηθεί τουλάχιστον εκείνος, γιατί εγώ μπορεί και να μην καταφέρω...